Ανάστατη η κυβέρνηση και οι Βρυξέλλες αφού ο Γκίκας Χαρδούβελης τοποθέτησε νέο επικεφαλής του Σώματος Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων οικονομολόγο που ζητούσε συντεταγμένη επιστροφή στη δραχμή.
«Αν δεν υπάρχει η δυνατότητα να εφαρμοστεί σωστά η δύσκολη και ημι-πειραματική συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης (και εδώ ισχύει το «Γνώθι Σαυτόν»), θα ήταν φρόνιμο να εξεταστεί προσεκτικά και η εναλλακτική λύση της νομισματικής υποτίμησης με συντεταγμένη επιστροφή στη δραχμή» έγραφε ο καθηγητής του πανεπιστημίου Πειραιά, κ. Χριστόδουλος Στεφανάδης.
Ολόκληρο το άρθρο του κ. Στεφανάδη:
Είναι προφανές σε κάθε σκεπτόμενο πολίτη ότι η ελληνική οικονομία χρειάζεται μεγάλες
δομικές αλλαγές. Πρέπει να μειωθεί η διαφθορά στη δημόσια διοίκηση, να βελτιωθεί το δικαστικό σύστημα, να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα και να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στις ολιγοπωλιακές αγορές.
Τέτοιες μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για τη μακροχρόνια ευημερία της χώρας. Όμως, όπως δείχνει η οικονομική ιστορία, όσο και αν οι δομικές αλλαγές βοηθούν στη μακροχρόνια ανάπτυξη, συνήθως δεν συνεισφέρουν σημαντικά στην έξοδο από μία κυκλική κρίση. Είναι υπεραισιόδοξο να περιμένουμε πως η χώρα θα ανακάμψει μέσα σε αποδεκτό χρονικό διάστημα διαμέσου δομικών μεταρρυθμίσεων.
Δυστυχώς, η δομή μιας οικονομίας είναι μία μεταβλητή που συνήθως αλλάζει πολύ αργά. Τα δομικά προβλήματα και στρεβλώσεις συχνά οφείλονται σε δυσμενή ιστορικά ατυχήματα στο παρελθόν που ώθησαν την οικονομία να στραφεί σε λάθος κατεύθυνση.
Επίσης, μπορεί να οφείλονται σε πολιτικοοικονομικές συμμαχίες παρασιτικών ομάδων που επέβαλαν δομές επωφελείς για τα στενά τους συμφέροντα, αλλά επιβλαβείς για το κοινωνικό σύνολο. Τέτοιες καταστάσεις αλλάζουν δύσκολα, και ακόμα και όταν αλλάξουν, φέρνουν θετικά αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία μόνο μετά από αρκετό χρόνο.
Τι κάνει την κυβέρνηση να πιστεύει ότι οι δομικές αλλαγές μπορούν να πραγματοποιηθούν ταχύτερα στην Ελλάδα; Ότι οι αλλαγές θα ολοκληρωθούν πριν η χώρα μεταβληθεί σε κρανίου τόπο και μια ολόκληρη γενιά Ελλήνων χαθεί;
Οι αγορές προφανώς δεν πιστεύουν ότι αυτό το εγχείρημα είναι ιδιαίτερα εφικτό, και γι’ αυτό ποντάρουν στο ότι η ελληνική οικονομία θα είναι βαλτωμένη για αρκετό καιρό.
Επίσης, ακόμα χειρότερο είναι ότι η προβολή του υπεραισιόδοξου επιχειρήματος πως η κρίση θα ξεπεραστεί διαμέσου δομικών αλλαγών μπορεί να κάνει τις αλλαγές ακόμα πιο δύσκολες. Οι απογοητευμένοι πολίτες (που δικαιολογημένα περιμένουν αποτελέσματα μέσα σε ένα αποδεκτό χρονικό διάστημα) μπορεί να σταματήσουν να υποστηρίζουν τις μεταρρυθμίσεις και να προσχωρήσουν σε λαϊκιστικά κινήματα.
Όπως τονίζουν τα πιο απλά εγχειρίδια Μακροοικονομικής, γρήγορη βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη μπορεί να έρθει όχι με δομικές αλλαγές, αλλά με δύο άλλους τρόπους.
Πρώτον, με επεκτατική δημοσιονομική πολιτική (δηλαδή με αύξηση των δημοσίων έργων και δαπανών) και δεύτερον, με υποτίμηση του κόστους ζωής (δηλαδή με μείωση των εγχώριων μισθών και τιμών) που καθιστά τα εγχώρια προϊόντα πιο ανταγωνιστικά. Στην Ελλάδα ο πρώτος τρόπος είναι προς το παρόν ανέφικτος λόγω της χρεοκοπίας του κράτους και της απροθυμίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνεισφέρει, οπότε η μόνη διέξοδος για σχετικά γρήγορη ανάπτυξη είναι η υποτίμηση.
Όπως εξήγησα στην «Καθημερινή» (13/11/2011, «Για μία λιγότερο επώδυνη εσωτερική υποτίμηση»), θα είναι προτιμότερο αν η κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει σε μία γρήγορη και αποτελεσματική εσωτερική υποτίμηση εντός της Ευρωζώνης.
Αλλά αν δεν υπάρχει η δυνατότητα να εφαρμοστεί σωστά η δύσκολη και ημι-πειραματική συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης (και εδώ ισχύει το «Γνώθι Σαυτόν»), θα ήταν φρόνιμο να εξεταστεί προσεκτικά και η εναλλακτική λύση της νομισματικής υποτίμησης με συντεταγμένη επιστροφή στη δραχμή.
Οπως δείχνουν οι πράξεις τους, οι κυβερνώντες των δύο τελευταίων χρόνων αδυνατούν να κατανοήσουν την τεράστια σημασία του εγχειρήματος μιας γρήγορης υποτίμησης. Εκτός, βέβαια, και αν η κυβέρνηση ενδιαφέρεται μόνο για τα πολύ μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και έχει εγκαταλείψει την προσπάθεια να βοηθήσει την οικονομία σε βραχυπρόθεσμο ή μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Όμως, όπως είπε ένας από τους σημαντικότερους οικονομολόγους του 20ού αιώνα, ο John Maynard Keynes, «μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι νεκροί».
ΠΗΓΗ